(ΦΕΚ 1858/Β/24-3-2023), με τίτλο : "Παραβάσεις της νομοθεσίας για τις ώρες οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης των οδηγών που απασχολούνται στην οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών και για τη συσκευή ελέγχου (ταχογράφος) και διοικητικές κυρώσεις", η οποία σύμφωνα με το τελευταίο άρθρο της, "ισχύει τέσσερις (4) μήνες από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".
Οι 4 μήνες πέρασαν σχεδόν και σε λίγες ημέρες, στις 24 Ιουλίου 2023, θα ισχύσουν οι νέες διατάξεις, που είναι πολύ αυστηρές, προβλέπουν βαριά πρόστιμα για τους επαγγελματίες και τους ιδιοκτήτες μέσων μεταφοράς, για παραβάσεις ωραρίου, αλλά και την ακινητοποίηση του οχήματος.
Ήδη, Διευθύνσεις Τροχαίας σε όλη την Ελλάδα, διοργανώνουν ενημερωτικές συναντήσεις με τις διοικήσεις των φορέων των επαγγελματιών (διοικήσεων ΚΤΕΛ, ενώσεων τουριστικών λεωφορείων, φορτηγών, κ.λπ.) και κάτι παρόμοιο θα γίνει και στη Θεσσαλονίκη τις επόμενες ημέρες, όπου στελέχη της Τροχαίας, θα παρουσιάσουν τις αλλαγές και θα ενημερώσουν τους φορείς, για να μην υπάρχουν "γκρίνιες και παρεξηγήσεις"
Το πιο σημαντικό άρθρο της ΥΑ, είναι το παρακάτω:
Άρθρο 8
Διοικητικά μέτρα
1.Στις παραβάσεις με αριθμούς Α1 έως και Α42 και Α45 έως και Α51 του Πίνακα Α του Παραρτήματος, η αρχή ελέγχου ακινητοποιεί το όχημα ως διοικητικό μέτρο έως την άρση της παράβασης. Άρση της παράβασης θεωρείται και η ανάληψη της οδήγησης του οχήματος από άλλον οδηγό για τον οποίον πληρούνται οι προϋποθέσεις των κανονισμών (ΕΚ) 561/2006 και (ΕΕ) 165/2014. Η ακινητοποίηση γίνεται με εφαρμογή του άρθρου 46* του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ν. 2696/1999, Α' 57) και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού υπουργικών αποφάσεων.
2.Στις παραβάσεις με αριθμούς Β1, Β2, Β7 και Β9 του πίνακα Β του Παραρτήματος, η αρχή ελέγχου ακινητοποιεί το όχημα ως διοικητικό μέτρο έως την άρση της παράβασης. Η ακινητοποίηση γίνεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 46 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού υπουργικών αποφάσεων.
3.Στις παραβάσεις με αριθμούς Β3, Β4, Β5 και Β6 του πίνακα Β του Παραρτήματος, η αρχή ελέγχου αφαιρεί την κάρτα οδηγού ως διοικητικό μέτρο και την αποστέλλει στην αρχή που την εξέδωσε, στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος, με διαβιβαστικό της έγγραφο, στο οποίο αναφέρονται οι λόγοι της αφαίρεσης. Εάν η αποστολή της κάρτας αναμένεται να διαρκέσει περισσότερο από δύο εβδομάδες, η αρχή ελέγχου ενημερώνει την αρχή έκδοσης της κάρτας εντός αυτών των δύο εβδομάδων για τους λόγους αφαίρεσης. Στην παράβαση με αριθμό Β3 αφαιρούνται όλες οι κάρτες που κατέχει ο οδηγός.
4.Εάν, μετά τη διεξαγωγή ελέγχου καθ' οδόν, προκύπτουν στοιχεία που δημιουργούν εύλογες υποψίες για την ύπαρξη συσκευής ή διάταξης ή λογισμικού παραποίησης των καταγραφών του ταχογράφου, η αρχή ελέγχου λαμβάνει τα διοικητικά μέτρα του άρθρου 4Γ του ν. 3446/2006.
* άρθρο 46 Κ.Ο.Κ.
1. Αν διαπιστωθεί ότι η κίνηση οδικού οχήματος είναι επικίνδυνη για τους επιβαίνοντες ή τους λοιπούς χρήστες της οδού, συνεπεία βλαβών, φθορών, εκπομπής ρύπων, προσθήκη εξαρτημάτων και άλλων παρόνομων μετατροπών ή εξαιτίας σωματικής ή πνευματικής κατάστασης του οδηγού, τα αστυνομικά όργανα μπορούν να ακινητοποιήσουν το όχημα μέχρι να εξασφαλισθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις ασφαλούς κίνησης και λειτουργίας του οχήματος. Ακινητοποίηση κάθε οδικού οχήματος μπορούν να επιβάλλουν τα αστυνομικά όργανα, κατά τις ώρες κοινής ησυχίας και μέσα στίς κατοικημένες περιοχές αν από τη λειτουργία του προκαλούνται υπερβολικοί θόρυβοι.
Οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, όπως η διαδικασία, ο τρόπος και οι περιπτώσεις ακινητοποίησης του οχήματος καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Η ακινητοποίηση οχήματος σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου δεύτερου του Νόμου Ν.4388/2016 (Α' 93) γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 12 του τελευταίου αυτού άρθρου (προστέθηκε σύμφωνα με το Νόμο Ν. 4530 ΦΕΚ.Α'59/30.03.2018)
2. Ο οδηγός που αρνείται να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του αστυνομικού οργάνου για την ακινητοποίηση του οχήματός του ή εκείνος, ο οποίος κινεί όχημα του οποίου διατάχθηκε η ακινητοποίηση, όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων (200,00) ευρώ, ως και με αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού για χρονικό διάστημα ενός (1) έως τριών (3) μηνών, η οποία επιβάλλεται υποχρεωτικά από το δικαστήριο.
ΦΕΚ Β 1858/24.03.2023