Οι υπεραστικές συγκοινωνίες της χώρας εξελίχθηκαν ιστορικά τα τελευταία 70 χρόνια. Τα γνωστά ΚΤΕΛ που ....χρησιμοποιήθηκαν τόσο μαζικά από την ελληνική οικογένεια των πόλεων και της επαρχίας, τους φοιτητές, τους φαντάρους, τους μαθητές . Η διάρθρωσή τους όπως πολλές άλλες διοικητικές δομές είχαν γεωγραφική αναφορά τους νομούς, τις σημερινές περιφερειακές ενότητες. Και ορθώς καθώς και ειδικά στις συγκοινωνίες έχει μεγάλη σημασία το κοινωνικό έργο και η κάλυψη και άγονων γραμμών.
Πρώτιστη σημασία και για την περιφερειακή βιώσιμη ανάπτυξη αλλά και όψιμες πολιτικές και ευχολόγια για αποκέντρωση.
Τα ΚΤΕΛ στο μεταξύ εκσυγχρονίστηκαν εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά τον μεταρρυθμιστικό νόμο του 2002 που αποτέλεσε καμπή για την κατακόρυφη αναβάθμιση των συγκοινωνιακών υπηρεσιών. Αποτέλεσμα αυτού να αποτελεί ίσως το αρτιότερο σύστημα λεωφορειακών συγκοινωνιών της χώρας, χωρίς να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός. Μάλιστα η συνεισφορά τους μετά το 2019 στο έργο των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας και Θεσσαλονίκης, έσωσε από κατάρρευση τόσο την ΟΣΥ όσο και τον ΟΑΣΘ. Δημιουργήθηκε λοιπόν μια ελληνική τεχνογνωσία με περισσότερους από 60 Συγκοινωνιακούς φορείς, που δουλεύουν στην ελεύθερη αγορά και που μεταφέρουν εκατομμύρια επιβάτες καθημερινά, και 300.000 μαθητές στα σχολεία της περιφέρειας.
Η κυβέρνηση είχε ξεκινήσει την διαδικασία για τους διαγωνισμούς και την ανάθεση του έργου στην επόμενη δεκαετία. Μόνο που ενώ ξεκίνησε και δημοσίευσε το σώμα της προκήρυξης, και ολοκλήρωσε και τη διαβούλευση στη βάση διαγωνισμών ανά περιφερειακή ενότητα ( πρώην νομαρχίες) όπως ορίζει και η σχετική νομοθεσία, αιφνιδίως «ανέκρουσε πρύμναν», σχεδιάζοντας πλέον διαγωνισμούς ανά Περιφέρεια, επικαλούμενη πιέσεις από την ΕΕ.
Το γεγονός αυτό είναι ένας απόλυτα λανθασμένος και αδέξιος σχεδιασμός, καθώς αντιστρέφεται στα βασικά αξιώματα της περιφερειακής ανάταξης και αποκέντρωσης, που κατά άλλα επικαλείται η κυβέρνηση. Συγκριμένα ο λάθος χειρισμός έγκειται στα εξής:
Πρώτον, η συγκεντρωτική αυτή αρχιτεκτονική διευρύνει υπέρμετρα τα οικονομικά, ποιοτικά κριτήρια, πολλαπλασιάζει το ύψος των εγγυητικών και αποκλείει στην πραγματικότητα κάθε εγχώριο, τοπικό ΚΤΕΛ να συμμετάσχει στον διαγωνισμό.
Δεύτερον, ένα τέτοιο μοντέλο ομαδοποίησης διαγωνισμών ανοίγει το δρόμο μόνο σε μεγάλους πολυεθνικούς παίκτες, και αποκλείνει πλήρως και από την Ευρωπαϊκή πρακτική, όπου δημοπρατούνται ακόμα και μεμονωμένες γραμμές, προκειμένου να διασφαλίζεται ανοιχτή συμμετοχή, να ενισχύεται ο ανταγωνισμός, να στηρίζονται μικρομεσαίες επιχειρήσεις και να αποφεύγεται κάθε μορφή μονοπωλιακής συγκέντρωσης
Τρίτον, η αποξένωση της συγκοινωνίας από τον τοπικό πάροχο οδηγεί με βεβαιότητα σε απώλεια θέσεων εργασίας, αποδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών, αλλά και πρωτίστως τη διατήρηση του κοινωνικού έργου στα χιλιάδες ελληνικά χωριά και τις άγονες γραμμές.
Αν τα ΕΛΤΑ είναι το σύμβολο της παρουσίας του κράτους στην ελληνική περιφέρεια, οι συγκοινωνίες των νομαρχιακών ΚΤΕΛ υπήρξαν ο ζωτικός συμβολισμός μίας κινούμενης ζωής, της ανοιχτής τοπικής κοινωνίας της προσπέλασης όλων πάντα και παντού χωρίς αποκλεισμούς.
Αν τα ΕΛΤΑ είναι το σύμβολο της παρουσίας του κράτους στην ελληνική περιφέρεια, οι συγκοινωνίες των νομαρχιακών ΚΤΕΛ υπήρξαν ο ζωτικός συμβολισμός μίας κινούμενης ζωής, της ανοιχτής τοπικής κοινωνίας της προσπέλασης όλων πάντα και παντού χωρίς αποκλεισμούς.
Η κυβέρνηση οφείλει με νηφαλιότητα να προσμετρήσει αν με την συγκεκριμένη ενέργεια δημιουργεί κάποιες θετικότητες ή αντίθετα απορρυθμίζει το μοναδικό σύστημα συγκοινωνιών της χώρας, που σήμερα λειτουργεί σε υψηλό ποιοτικό επίπεδο και χωρίς καμία επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού.
Οι συγκοινωνίες σε μια ηπειρωτική και νησιωτική χώρα οφείλει να έχει την χωροταξική υπόσταση της περιφερειακής ενότητας, για να διατηρείται η ανθρώπινη κλίμακα, το ενδιαφέρον για το τελευταίο χωριό, το δικαίωμα στη δημόσια μετακίνηση και όχι την χωροταξική υπόσταση μίας ολόκληρης περιφέρειας, γιατί τότε θα αποπροσωποιήσει τη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση, θα υποβαθμίσει απομακρυσμένες περιοχές, θα διαρρήξει την τοπική ιδιαιτερότητα και κοινωνική συνοχή.
Δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ

